Το Φλαμένκο είναι ένας ισπανικός όρος που αφορά ένα είδος μουσικής και χορού, ο οποίος χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά κατά τον 19ο αιώνα. Πριν μιλήσουμε πιο αναλυτικά για την ιστορία του, ας απολαύσουμε ένα βίντεο:
Το φλαμένκο ενσωματώνει μια σύνθετη μουσική και πολιτισμική παράδοση. Προήλθε αρχικά από την περιφέρεια της Ανδαλουσίας, όπου αναπτύχθηκε σαν ξεχωριστή υποκουλτούρα με κέντρα τη Σεβίλλη, το Κάδιξ και τη Μάλαγα, στη συνέχεια όμως εξελίχτηκε σε χαρακτηριστικό κομμάτι του πολιτισμού ολόκληρης της Ισπανίας, ενσωματώνοντας και μετασχηματίζοντας λαϊκά μουσικά στοιχεία σε διαφοροποιημένες μουσικές φόρμες και από άλλες περιφέρειες, όπως η Μούρθια κι η Εξτρεμαδούρα.
Είναι γενικότερα παραδεκτό ότι το φλαμένκο δημιουργήθηκε από τη μοναδική συνύπαρξη και μείξη της αραβικής, ανδαλουσιανής, σεφαρδιτικής και τσιγγάνικης κουλτούρας στην περιοχή της Ανδαλουσίας πριν και μετά τη Ρεκονκίστα (Ανακατάληψη), την ιστορική δηλαδή περίοδο κατά την οποία οι Χριστιανοί βασιλιάδες ανακατέκτησαν την Ισπανία από τους Μουσουλμάνους. Χαρακτηριστικό μουσικό όργανο είναι η κιθάρα φλαμένκο.
Το 2010 η ΟΥΝΕΣΚΟ συμπεριέλαβε το φλαμένκο στον Κατάλογο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ανθρωπότητας ύστερα από σχετική αίτηση της Ισπανίας.
Το φλαμένκο αναδύθηκε από τα κατώτερα κοινωνικά επίπεδα της Ανδαλουσίας κι έτσι του εξέλιπε το καλλιτεχνικό κύρος των μορφών τέχνης που αναπτύσσονταν και ήταν δημοφιλή εκείνη την περίοδο στη μεσαία και ανώτερη κοινωνική τάξη. Τα τραγούδια τους είναι κυρίως αυτοσχεδιασμοί που αποτυπώνουν τις διάφορες δυσκολίες που πέρασε ο λαός τους κατά τη διάρκεια των αιώνων. Βασικό στοιχείο της καλλιτεχνικής του μορφής αποτέλεσαν οι Τσιγγάνοι της Ισπανίας, των οποίων η παράδοση ήταν προφορική, συνεπώς τα παραδοσιακά τους τραγούδια περνούσαν από γενιά σε γενιά μέσω των μουσικών τους ερμηνειών στην τοπική κοινότητα.
Γενικότερα, λοιπόν, παρατηρείται μια έλλειψη καταγεγραμμένων ιστορικών στοιχείων σχετικά με το φλαμένκο, καθώς υπήρχε και έλλειψη ενδιαφέροντος από
τους ιστορικούς και μουσικολόγους της εποχής: ένας περιορισμένος αριθμός πηγών, κυρίως από το 19ο αιώνα, καθώς και σημειώσεις και ταξιδιωτικές εντυπώσεις από Ευρωπαίους ταξιδιώτες. Το ενδιαφέρον άρχισε να αυξάνεται κατά τον 20ό αιώνα και από τη δεκαετία του 1980 κι έπειτα ξεκίνησε συστηματοποιημένη και πιο λεπτομερής έρευνα προς αναζήτηση νέων στοιχείων για το μουσικό αυτό είδος.Όπως και με άλλες πλευρές της ισπανικής τέχνης, έτσι και στο φλαμένκο αναφέρεται ως άμεσα συσχετιζόμενος ο όρος "ντουέντε", ένας από τους πιο δύσκολα μεταφράσιμους, ο οποίος αναφέρθηκε σε μια διάλεξη του Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα και συνοπτικά υπονοεί ένα είδος "μαγείας", μυστηριακής δύναμης και ιδιαίτερης ανύψωσης της ψυχής του καλλιτέχνη που ερμηνεύει το χορό ή το τραγούδι.
Προκειμένου να κατανοήσει κάποιος τις επιρροές και τις συνθήκες από τις οποίες δημιουργήθηκε το Φλαμένκο, θα πρέπει να δώσει προσοχή στην κουλτούρα και τη μουσική παράδοση της Ιβηρικής Χερσονήσου.
Η ίδια η προέλευση του όρου φλαμένκο, συνεπώς και της ιστορίας του, έχει πολλαπλές ερμηνείες. Για παράδειγμα, στην ισπανική γλώσσα, ο όρος αυτός χρησιμοποιούνταν και για τους προερχόμενους από τη Φλάνδρα, κάτι που μπορεί να υποδηλώνει ότι το φλαμένκο έφτασε στην Ισπανία από Φλαμανδούς µετανάστες επί βασιλείας Καρόλου Ε'. Επίσης, ορισμένες εκδοχές δέχονται ως προέλευσή του τη Βόρεια Αφρική, ενώ άλλοι παρατηρούν επιρροές ακόμα κι από τη Βυζαντινή και Ινδική θρησκευτική μουσική.
Πριν την εισβολή των Μουσουλμάνων το 711, η Ισπανία των Βησιγότθων είχε υιοθετήσει το δικό της ξεχωριστό εκκλησιαστικό λειτουργικό, γνωστό ως μοζαραβική λειτουργία, η οποία είχε επιρροές από τη Βυζαντινή μουσική και διατηρήθηκε μέχρι το 10ο ή 11ο αιώνα. Ορισμένες θεωρίες, όπως του Ισπανού κλασικού μουσικού Μανουέλ ντε Φάλλα, συνέδεαν με το φλαμένκο τα μουσικά αυτά ακούσματα και τον αρχαιοελληνικό Δωρικό τρόπο, ο οποίος αποκαλούνταν Φρυγικός. Δυστυχώς, λόγω της μορφής της μουσικής γραφής των Μοζαραβιτικών ύμνων, η θεωρία αυτή δεν έχει αποδειχτεί.
Κατά τη διάρκεια της κατοχής της Νότιας Ισπανίας από τους Μωαμεθανούς, Χριστιανοί, Εβραίοι και Μουσουλμάνοι ζούσαν σε σχετική αρμονία. Τότε έκαναν την εμφάνισή τους και οι πρώτες νομαδικές τσιγγάνικες φυλές της Ισπανίας, οι οποίες πιθανότατα προήλθαν από την περιοχή Παντζάμπ της Ινδίας.
Κατά τη διάρκεια της επανάκτησης των ισπανικών εδαφών, η Κόρδοβα και η Σεβίλη έπεσαν στης αρχές του 13ου αιώνα, ενώ τελευταία η Γρανάδα το 1492. Έτσι, οι ανεπιθύμητοι πληθυσμοί καταδιώκονταν όλο και πιο νότια, ενώ σε αυτούς προστέθηκαν αργότερα και όσοι ήθελαν να ξεφύγουν από την Ιερά Εξέταση. Η συγχώνευση των Τσιγγάνων (Gitanos στα ισπανικά) με τους Εβραίους, τους Μουσουλμάνους και τους Ανδαλουσιανούς της Νότιας Ισπανίας οδήγησε στη "γέννηση" του φλαμένκο, ενώ η μουσική της Βόρειας Ισπανίας είχε καθαρά κελτικές επιρροές από τους προρωμαϊκούς χρόνους.
Αυτό που σήμερα θεωρείται γνήσιο φλαμένκο, το τραγούδι των Τσιγγάνων της Ανδαλουσίας, καθιερώθηκε στα τέλη του 17ου αιώνα. Το παλαιότερο είδος φλαμένκο είναι γνωστό ως Κάντε Χόντο: μια ανδρική φωνή, χωρίς συνοδεία οργάνων, διηγείται λυπητερές ιστορίες. Αργότερα προστέθηκε η κιθάρα και ο χορός.
Στα τέλη του 18ου αιώνα, το φλαμένκο άρχισε να παρουσιάζεται σε ταβέρνες με τη συνοδεία κιθάρας, ενώ σύντομα προστέθηκε και ο χορευτής ή η χορεύτρια (ballaor/ballaora). Υπήρχαν επίσης άτομα που έδιναν το ρυθμό είτε με παλαμάκια είτε με χτύπημα των δαχτύλων, ενώ βασικό συστατικό του χορού φλαμένκο αποτελεί ο ήχος από τα πόδια των χορευτών (soniquete) και ο κοφτός βηματισμός τους (zapateado). Ο γυναικείος χορός αναδεικνύει τη χάρη του σώματος και των χεριών.
Πηγή: http://el.wikipedia.org
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου